FORUM

 

Πλοήγηση forum
Θα πρέπει να συνδεθείτε για να μπορείτε να δημοσιεύσετε στο φόρουμ.

Τα αγαπημένα μας ποιήματα

Όσο μπορείς

Κι αν δε μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς : μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

Μην την εξευτελίζεις πιαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ΄εκθέτοντάς την
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινή ανοησίαν,
ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική.

Καβάφης.

Ο/η Σταυρούλα αντέδρασε σε αυτήν την ανάρτηση.
Σταυρούλα

Το σπίτι που γεννήθηκα

Το σπίτι που γεννήθηκα κι ας το πατούν οι ξένοι,
στοιχείο είναι και με προκαλεί ΄ ψυχή και με προσμένει.

Το σπίτι που γεννήθηκα ίδιο στην ίδια στράτα
στα μάτια μου όλο υψώνεται και μ΄ όλα του τα νιάτα.

Το σπίτι, ας του νοθέψανε το χρώμα ΄
και ανόθευτο και αχάλαστο, και με προσμένει ακόμα .

Της πόρτας του η παλαιική κορόνα ω! να η καμάρα!
Μόνο οι χορδές της λείπουνε για να γενή κιθάρα

να συνοδέψει του σπιτιού τ΄ ολόχαρο τραγούδι
προς το παιδί ΄  γυρίζω ανθός , δροσιά ξεπεταρούδι,

πάω στη φωλιά, στη γάστρα μου, στο πρωί μου, στο μαγνήτη,
στη ζέστα της μητέρας μου, στο πατρικό άγιο σπίτι.

Ας ήρθαν τα γεράματα κι ας κύλησαν οι χρόνοι΄
απ΄ το ψιμύθι του αλλασμού κι απ΄ του χαμού τη σκόνη

Και απείραχτο και ανέγγιχτο στη μοίρα αγνάντια στέκει ,
κι από τον κήπο του για μέ  χλωρά στεφάνια πλέκει.

Του κακού οι έγνοιες, οι καιροί , πληγές καρδιών και τόπων,
Τα μάτια μου άλλα, κι άλλα είναι τα μάτια των ανθρώπων.

Από τη ισκιερή εμπατή στη φωτισμένη σάλα
με τ΄ ακριβό ρολόι χρυσό στην κρυσταλλένια γυάλα,

όλα βγαλμένα ρυθμικά, γιορτινά ντυμένα,
προσώπατα, αντικείμενα με καρτερούν εμένα.

Στο πλάι της δούλας της πιστής η αρχόντισσα γιαγιά μου
και η ρήγισσα της προκοπής η μάννα μου, ώ χαρά μου!

το στερνογέννητο καρπό στην αγκαλιά, και πέρα
μπρος  σε χαρτιά το φάντασμα γνοιασμένο του πατέρα.

Και μες απ΄ τους ανασασμούς του ρόδου και του δυόσμου
και δουλευτής    και φυτευτής του κήπου, ο αδερφός μου.

Και πιο βαθιά κατάβαθα σαν άλλου κόσμου πλάση,
να! Ολόρθο, αξήγητο, κρυφό, στον κήπο ένα κοράσι.

Του πρώτου πόθου το ιερό προφήτεμα , η παιδούλα!
στη χαραυγή μου γέλασμα ,στη δύση μου τρεμούλα.

Το σπίτι που γεννήθηκα κι ας το πατούν οι ξένοι,
στοιχείο, και σαν απάτητο, με ζή και με προσμένει.

Κωστής Παλαμάς

Ο/η Σταυρούλα αντέδρασε σε αυτήν την ανάρτηση.
Σταυρούλα

Μόνο γιατί μ' αγάπησες

 

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες

σε περασμένα χρόνια.

Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα

και σε βροχή, σε χιόνια,

δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.

 

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου

μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,

μόνο γι' αυτό είμαι σαν κρίνο ολάνοιχτο

κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,

μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

 

Μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες

και στη ματιά σου να περνάει

είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο

να παίζει, να πονάει,

μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες.

 

Γιατί, μόνο γιατί σε σεναν άρεσε

γι' αυτό έμειν' ωραίο το πέρασμά μου.

Σα να μ' ακολουθούσες όπου πήγαινα

σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.

Μόνο γιατί σε σεναν άρεσε.

 

Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα

γι' αυτό η ζωή μου εδόθη.

Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη

μένα η ζωή πληρώθη.

Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα.

 

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου

μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.

Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου

μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,

μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μαρία Πολυδούρη

Γιάννης Ρίτσος - Η Σονάτα του Σεληνόφωτος

Θα καθίσουμε λίγο στο πεζούλι, πάνω στο ύψωμα,
κι όπως θα μας φυσάει ο ανοιξιάτικος αέρας
μπορεί να φανταστούμε κιόλας πως θα πετάξουμε,
γιατί, πολλές φορές, και τώρα ακόμη, ακούω τον θόρυβο
του φουστανιού μου
σαν τον θόρυβο δύο δυνατών φτερών που ανοιγοκλείνουν,
κι όταν κλείνεσαι μέσα σ αυτόν τον ήχο του πετάγματος
νιώθεις κρουστό το λαιμό σου, τα πλευρά σου, τη σάρκα σου,
κι έτσι σφιγμένος μες στους μυώνες του γαλάζιου αγέρα,
μέσα στα ρωμαλέα νεύρα του ύψους,
δεν έχει σημασία αν φεύγεις ή αν γυρίζεις
κι ούτε έχει σημασία που άσπρισαν τα μαλλιά μου,
(δεν είναι τούτο η λύπη μου η λύπη μου
είναι που δεν ασπρίζει κι η καρδιά μου).
Άφησε με να’ ρθω μαζί σου

Ο/η Σταυρούλα αντέδρασε σε αυτήν την ανάρτηση.
Σταυρούλα

Λήθη

 

Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε

την πίκρα της ζωής. Όντας βυθήση

ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήση,

μην τους κλαίς, ο καημός σου όσος και ΄ναι.

 

Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε

στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση΄

μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίση,

ά στάξη γι΄ αυτές  δάκρυ όθε αγαπάνε.

 

Κι΄ αν πιούν θολό νερό ξαναθυμούνται,

διαβαίνοντας  λιβάδια από ασφοδίλι,

πόνους παλιούς , που μέσα τους κοιμούνται. –

 

Ά δε μπορής παρά να κλαίς το δείλι,

τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:

θέλουν – μα δε βολεί να λησμονήσουν.

 

Μαβίλης Λορέντσος

Ο ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ

 

Ὁ ἔρωτας,

ὄνομα οὐσιαστικόν,

πολὺ οὐσιαστικόν,

ἑνικοῦ ἀριθμοῦ,

γένους οὔτε θηλυκοῦ, οὔτε ἀρσενικοῦ,

γένους ἀνυπεράσπιστου.

Πληθυντικὸς ἀριθμὸς

οἱ ἀνυπεράσπιστοι ἔρωτες.

 

Ὁ φόβος,

ὄνομα οὐσιαστικὸν

στὴν ἀρχὴ ἑνικὸς ἀριθμὸς

καὶ μετὰ πληθυντικὸς

οἱ φόβοι.

Οἱ φόβοι

γιὰ ὅλα ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.

 

Ἡ μνήμη,

κύριο ὄνομα τῶν θλίψεων,

ἑνικοῦ ἀριθμοῦ

μόνον ἑνικοῦ ἀριθμοῦ

καὶ ἄκλιτη.

Ἡ μνήμη, ἡ μνήμη, ἡ μνήμη.

 

Ἡ νύχτα,

Ὄνομα οὐσιαστικόν,

Γένους θηλυκοῦ,

Ἑνικὸς ἀριθμός.

Πληθυντικὸς ἀριθμὸς

Οἱ νύχτες.

Οἱ νύχτες ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.

 

Κικὴ Δημουλά

Γεγονότα

Μόνη, ἐντελῶς μόνη,
περπατῶ στὸ δρόμο
καὶ πέφτω πάνω σὲ μεγάλα γεγονότα:
Ὁ ἥλιος σὰν ἐπειγόντως νὰ ἐκλήθη ἀπὸ τὴ Δύση
ἀφήνοντας ἡμιτελὲς τὸ δειλινό…

Σὲ λίγο ἡ νύχτα,
κρατώντας τοὺς ἀμφορεῖς τοῦ μυστηρίου,
τῶν ἰδιοτήτων της ἐπαίρετο,
ὅταν τὸ ρεμβῶδες μάτι της, τὸ φεγγάρι,
ἕνα ἀπρόδεκτο, λαθραῖο σύννεφο, πάτησε
καὶ τὴν τύφλωσε.

Τοῦ ἀτυχήματος τούτου
ἐπωφελήθηκε
κάποιος παράξενος κατάσκοπος
-τὸ μεσονύχτιο ὑποπτεύονται-
τὸ σύμπαν πυροβόλησε
καὶ τὸ ἄφησε ἀκίνητο…

Μετὰ ἀπὸ τέτοια γεγονότα,
τὸ γεγονὸς πὼς εἶμαι πάλι μόνη
παρελείφθη.

Κικὴ Δημουλά

Συγχώρα με, αγάπη μου

 

Ήξερες να δίνεσαι αγάπη μου…

Δινόσουνα ολάκερη

και δεν κράταγες για τον εαυτό σου

παρά μόνο την έγνοια

αν ολάκερη έχεις δοθεί…

Όλα μπορούσανε να γίνουνε

στον κόσμο αγάπη μου

τότε που μου χαμογελούσες…

Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωη μου

είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου

αγαπημένη μου…

Μα και τι να πει κανείς…

Όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός

και τα μάτια σου τόσο μεγάλα..

Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου

έζησα όλη τη ζωή…

Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα

και τότε όλα τα βράδια

κι όλα τα τραγούδια θάναι δικά μας…

Θάθελα να φωνάξω τ’ονομά σου,αγάπη,

μ’ όλη μου τη δύναμη…

Να το φωνάξω τόσο δυνατά

που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο,

καμιά ελπίδα να μη πεθάνει…

Θε μου πόσο ήταν όμορφη

σαν ένα φωτισμένο δέντρο

μια παλιά νύχτα των Χριστουγέννων

Συχώρα με, αγάπη μου,

που ζούσα πριν να σε γνωρίσω…

Μισώ τα μάτια μου,

που πια δεν καθρεφτίζουν το χαμόγελό σου..

Θα σ’ ακούω σαν τον τυφλό που κλαίει,

ακούγοντας μακριά τη βουή μιας μεγάλης γιορτής

σ’ αναζητάω σαν τον τυφλό,

που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας

σ’ενα σπίτι που’ πιασε φωτιά,

α, για να γεννηθείς εσύ

κι εγώ για να σε συναντήσω

γι αυτό έγινε ο κόσμος…

Κι εσύ, αγαπημένη, όταν με διώχνεις,

κλείνεις έξω απ’ την πόρτα σου

έναν ολάκερο πικραμένο κόσμο..

Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον,

είμαστε κιόλας νεκροί…

Αν βρουν έναν άνθρωπο νεκρό

έξω απ’ την πόρτα σου,

εσύ θα ξέρεις,

πως πέθανε σφαγμένος

απ’ τα μαχαίρια του φιλιού,

που ονειρευότανε για σένα…

Ποδοπάτησε με,

να έχω τουλάχιστον την ευτυχία

να μ’αγγίζεις…

 

Τάσος Λειβαδίτης

Ὅπου διαβεῖς...

Ὅπου διαβεῖς, τὸ διάβα σου
βάζει παντοῦ σημάδια,
στὶς μέρες βάζει ἰσκιώματα,
φεγγάρια στὰ σκοτάδια.

Καὶ σὲ κρατεῖ. Ὅθε διάβηκες,
ἐκεῖ σε ξαναβρίσκει·
τὰ φεγγάρια εἶν᾿ εἰκόνες σου,
λογισμοί σου εἶν᾿ οἱ ἴσκιοι.

Κι ἂν πάψῃ σου τὸ πέρασμα,
δὲ θὰ πάψῃ τὸ δράμα.
Τὰ σημάδια σου μέσα του,
σκότος καὶ φῶς, ἀντάμα.

 

Κωστὴς Παλαμᾶς

Σιγαλιά

Ανοικτοί των εφτά ουρανών οι θόλοι
φέγγουν  στα δάση κι΄ως το ακροθαλάσσι
που το παρθένο αγγίζει περιβόλι ,
της δημιουργίας χαμόγελο στην πλάση.
Στη σιγαλιά η αγάπη έχει φωλιάσει .
Κι΄ο ύμνος της ομορφιάς αγάλια αγάλια,
σαν προσευχή που τη ψυχή απαλύνει ,
ξεχύνεται σ΄ αγρούς και σ΄ ακρογιάλια,
και της καρδιάς μυρώνει τη γαλήνη.
Κι΄ όλ΄ απαλά , σα δειλινά του Απρίλη ,
καρπός , λουλούδι, ή χόρτο, λές πως κλείνει
την ίδια ανατριχίλα που στα χείλη
της πολυαγαπημένης μου έχω νιώσει,
τον ίδιο αχό, που κρύβει το κοχύλι,
τη γλύκα που του κόσμου κλείν΄ η γνώση.

Μάρκος Τσιριμώκος

Βράδυ

Καλώς το, που ήρθε το άφωτο βραδάκι
έτσι απαλό, σα χάδι, να μ’ αγγίξει
και τη σκέψη μου αγάλια να τραβήξει
στο σκοτεινό, στο ατέλειωτο δρομάκι,

Κει που όλες οι χαρές μου καρτερούνε
το πέρασμά μου εκείθε σιωπηλές,
ωραίες, ελκυστικές κι’ άπιαστες, λες
του ονείρου τα χρυσά φτερά φορούνε.

Καλώς το, που ήρθε σαν τη καλοσύνη
το κουρασμένο βλέμμα μου να σβήσει
και την ψυχή μου ελεύτερη ν’ αφήσει
ν’ απλωθεί πέρα ως πέρα στη γαλήνη.

Κώστας Καρυωτάκης

Ποίημα του Κυριάκου Γ. Καράντζαλη στην Παναγιά την Γιάτρισσα

(Δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Φάρος της Λακωνίας», αρ.φ. 467/03.08.83)

 

Στου Ταϋγέτου τις κορφές

και στις περήφανες τις αητοφωλιές

τα σύνορα κρατείς Εσύ

Προσηλιακής κι Αποσκιερής

Αρχόντισσα της Μάνης, Γιάτρισσα.

 

Κοντά σου κάθε λεύτερη ψυχή

μακριά απ’ των ανθρώπων την οργή

που γοργοπόδαρα το δρόμο πήρε

γι’ αυτές τις χιονισμένες τις γρανίτινες κορφές

γι’ αυτές τις χρυσοπόρφυρες πλαγιές.

 

Να έρχεται μεσ’ το δικό σου το μικρό το μοναστήρι

όταν η θύελλα σε κρύβη σε βαρειά ομίχλη

κάθε βραδάκι να σ’ ανάφτη το καντύλι.

Μες τ' ανεμοδαρσίματα του γέρου του χειμώνα.

Και τα χιόνια τα πολλά, πού το φεγγάρι ποια δε φέγγει.

Ω Γιάτρισσά μου!

 

Στου Ταΰγετου την ποιο ψιλή κορφή

η γερόντισσά σου Εκκλησιά, σαν φάρος στέκει.

Ω Παναγιά!

Εσύ ‘σαι η παρηγοριά των Μανιατών