Χριστουγεννιάτικα ελληνικά έθιμα

Θράκη: Τα έθιμα των Χριστουγέννων, τα κάλαντα, τα φαγητά

Τα έθιμα των Χριστουγέννων και τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια αποτέλεσαν κομμάτι της συλλογικής μνήμης του Θρακικού ελληνισμού, διέφεραν πολλές φορές από χωριό σε χωριό, σχηματίζοντας έναν πυρήνα μιας χειμαρρώδους λαϊκής παράδοσης που εστιαζόταν κυρίως στα χωριά του βόρειου Έβρου και διατηρήθηκε αναλλοίωτη μέχρι την δεκαετία του 1970.

Όπως εξηγεί ο εκπαιδευτικός, λαογράφος, συγγραφέας και χοροδιδάσκαλος, Δημήτρης Βραχιόλογλου, οι προετοιμασίες των Χριστουγέννων στη Θράκη, κυρίως για τα μικρά αγόρια αλλά και για τα παλικάρια μέχρι την ηλικία που θα πήγαιναν στον στρατό, άρχιζαν 40 μέρες νωρίτερα από την γέννηση του Χριστού.

Ήταν οι ομάδες, που θα συγκεντρώνονταν στα καφενεία, στα σπίτια ή ακόμα και έξω στους δρόμους, για να κάνουν πρόβες για τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια, τα “κόλιαντα”, όπως ήταν γνωστά στη Θράκη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στο χωριό Μάνη της επαρχίας Διδυμοτείχου, έχουν καταγραφεί πάνω από 45 χριστουγεννιάτικα τραγούδια τα οποία τραγουδιόντουσαν αποκλειστικά σε αυτό το χωριό.

Η κάθε ομάδα έπρεπε να μάθει τα ίδια λόγια με τα οποία θα έμπαινε στα σπίτια και τις αυλές των σπιτιών γιατί έπρεπε να πούνε πολλά χριστουγεννιάτικα τραγούδια για όλα τα μέλη της οικογένειας που επισκεπτόταν.

Έθιμα που έφεραν μαζί τους και οι ξεριζωμένοι προσφυγικοί πληθυσμοί από την παρέβρια περιοχή της Ανατολικής Θράκης, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν μετά το 1922 από την Νέα Βύσσα του βόρειου Έβρου μέχρι το Φυλαχτό στο νότο και από τις Φέρες μέχρι την Ξάνθη.

Το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων, κυρίως τα μικρά παιδιά με τους μπαμπάδες τους, ξεχύνονταν μέσα στα χωριά κρατώντας χοντρά και μακριά ξύλα τις γνωστές μας “τζουμάκες” ή “ζουπανίκες”. Τα ξύλα αυτά δεν συμβόλιζαν μόνο τα ραβδιά των ποιμένων της Βίβλου, ήταν και τα προστατευτικά τους από τις επιθέσεις των σκυλιών. Με αυτές τις “ζουπανίκες” χτυπούσαν τις πόρτες των σπιτιών για να τους ανοίξουν.

Στο Πύθιο, χωριό της επαρχίας Διδυμοτείχου, τα μικρά παιδιά έβγαιναν στους δρόμους του χωριού, για να πουν τα «κόλιντα». Λέγαν λοιπόν τα Πυθιωτάκια: “Κόλιντα μπάμπου,τσικ,τσικ,τσικ”.

Στη Νέα Βύσσα, της επαρχίας Ορεστιάδας, τα μικρά παιδιά, κρατώντας το καθένα από μακριά βέργα, που στην άκρη κατέληγε σε θύσανο, την παραμονή των Χριστουγέννων, λέγανε το: “Κο,κο,κο-Μπι,μπι,μπι-Τικ,τικ,τικ-Κόλιντρα-Να τη φαν τα σκυλιά-Κι την αλιπούς-Πούφαγε μια πουλιά-Κι έναν κουτσοπέτεινου”.

Τα πολύ μικρά αυτά “τραγούδια”, κατάλληλα όμως για την ηλικία τους, τα λέγανε τα αγοράκια από τις πρώτες πρωινές ώρες της Παραμονής μέχρι το μεσημέρι. Από εκεί και μετά είχαν το λόγο οι παρέες των μεγάλων παιδιών, των παλικαριών, που τραγουδούσαν τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια τους από το βράδυ της Παραμονής, όλη τη νύχτα μέχρι και ολόκληρη την πρώτη μέρα των Χριστουγέννων.

Στα χωριά των προσφύγων από την Ανατολική Θράκη τα αγόρια έλεγαν τα δικά τους “κόλιντα”, σαν αυτό που λένε ακόμα στο Φυλακτό, χωριό του δήμου Σουφλίου στο νομού Έβρου: “Κόλιντα μπάμπου-Δος μας μια κλουρίτσα- Ας είνι σταρίσια- Ας είνι καλαμποκίσια-Κόλιντα μπάμπου”.

Το Δωδεκαήμερο ξεκινά από την παραμονή των Χριστουγέννων και φτάνει μέχρι και τα Φώτα. Το Δωδεκαήμερο, όπως αναφέρει ο κ. Βραχιόλογλου, άρχιζε από την Παραμονή των Χριστουγέννων, με το σφάξιμο των γουρουνιών που κυριαρχούσε τη μέρα αυτή σ’ όλα τα χωριά αλλά και σε πόλεις της Θράκης.

Οι ίδιοι οι νοικοκυραίοι ή ομάδες μικρές ανδρών έσφαζαν τα γουρούνια τα δικά τους, των συγγενών τους, αλλά και γενικά όλου του χωριού. Όλοι τρέφανε γουρούνια στα σπίτια τους, στα κουμάσια, “γιατί Χριστούγεννα χωρίς χοιρινό κρέας στο σπίτι δεν μπορούσαν να νοηθούν”.

Το βράδυ της Παραμονής των Χριστουγέννων, το τραπέζι σε κάθε σπίτι έπρεπε να είχε επάνω εννιά φαγητά. Όλα νηστίσιμα και αμαγείρευτα για να βρίσκονται στο σπίτι όλο τον χρόνο πολλά φαγητά. Το μόνο μαγειρεμένο φαγητό σε ορισμένα χωριά, ήταν τα φασούλια.

Τα ιννιά φα(γ)ιά

Βέβαια το κάθε φαγητό ξεχωριστά συμβόλιζε και κάτι για την αγροτική οικογένεια. Τα εννιά φαγητά, θέλει να πιστεύει ο λαός ότι συμβολίζουν τα εννέα μέρη που επισκέφθηκαν ο Χριστός, η Παναγία και ο Ιωσήφ κατά τον διωγμό του Ηρώδη. Κατ’ άλλους βέβαια συμβολίζουν και την εννεάμηνη κύηση της Παναγίας.

Τα πιο συνηθισμένα φαγητά πάνω στο στρωμένο τραπέζι της Παραμονής των Χριστουγέννων ήταν η πίτα, το μέλι, το κρασί για να απλώσει η οικογένεια σαν την κληματαριά, το σαραγλί για να φερόμαστε πάντα γλυκά τους επισκέπτες μας, το καρπούζι για να είναι γλυκιά η οικογένεια αλλά και η παραγωγή σαν το καρπούζι.

Το πεπόνι, το μήλο για να έχουν τα μέλη της οικογένειας κόκκινα μάγουλα, το σκόρδο για να προστατεύονται από τα τσιμπήματα των εντόμων, το κρεμμύδι για να έχουν οι λεχώνες πολύ γάλα. Αυτά πίστευαν και πιστεύουν στο Πραγγί της επαρχίας Διδυμοτείχου.

Συμπλήρωμα των φαγητών ήταν η μπουγάτσα ή το χριστόψωμο το οποίο έκοβε ο νοικοκύρης το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων και πριν αρχίσει το φαγητό.

Η “Μπάμπω” ήταν το πρώτο φαγητό που θα έτρωγε η οικογένεια μετά από τη νηστεία των 40 ημερών, μάλιστα το έβραζαν όλη τη νύχτα σε σιγανή φωτιά για να είναι έτοιμο όταν θα γύριζε η οικογένεια από την εκκλησία.

Άλλο ένα χαρακτηριστικό φαγητό ήταν η “Πουσουρτί”, που αποτελείται από χοιρινό κρέας, το οποίο διατηρούνταν μέσα στο λίπος του μέχρι και το Πάσχα, η χοιρινή μπριζόλα και το κόκκινο κρασί.

Στη διάρκεια του Δωδεκαημέρου, τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνεια, οι μεταμφιέσεις ήταν οι χαρακτηριστικότερες εκδηλώσεις της γιορταστικής αυτής περιόδου.

Οι μεταμφιεσμένοι θύμιζαν στους συγχωριανούς τους τη μεγάλη μέρα της Χριστιανοσύνης. Τέτοιο έθιμο ήταν ο “Πουρπούρς”, που αναπαριστούσαν οι κάτοικοι του Ισαακίου τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, πολλές φορές, όμως, και την τρίτη. Ένα προσφυγικό έθιμο που το έφεραν το 1922 οι «Σακπασιώτες» από τα εφτά απέναντι χωριά της Ανατολικής Θράκης, όταν μετεγκαταστάθηκαν στις καινούργιες τους πατρίδες στη Δυτική Θράκη.

Ο “Πουρπούρης”, φορούσε προβιά ή κάπα τσομπάνη μια μάσκα από νεροκολοκύθα και κουδούνια στη μέση, πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, με τη συνοδεία νέων του χωριού και έλεγε τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια.

“Η λαογραφία, έστω και έμμεσα βρίσκει πρόσφορο πεδίο στην οικογένεια τόσο των χωριών όσο και των αστικών κέντρων. Ασυνείδητα ή και συνειδητά ορισμένες φορές, οι άνθρωποι συνεχίζουν αυτό που οι γονείς και οι παππούδες τους έκαναν πριν πάρα πολλά χρόνια. Χάρη στους πολυάριθμους πολιτιστικούς συλλόγους των χωριών και των πόλεων κρατούνται ζωντανές παραδόσεις με τις οποίες μεγάλωσαν και γαλουχήθηκαν ολόκληρες γενιές” καταλήγει ο κ. Βραχιόλογλου.

 Μωμόγεροι ,ποντιακό λαϊκό δρώμενο, έθιμο των Μακεδόνων

Έθιμο των Μακεδόνων, είναι οι “Μωμόγεροι”. Ένα είδος δηλαδή παραδοσιακού λαϊκού θεάτρου που αναβιώνει σε όλα τα χωριά όπου υπάρχουν πρόσφυγες από τον Πόντο. Οι πρωταγωνιστές αυτών των θεατρικών παραστάσεων κάνουν μιμητικές κινήσεις, ενώ τα πρόσωπά τους είναι μακιγιαρισμένα όπως το δέρμα των γερόντων. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται καθ΄όλη την διάρκεια του δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων.

Κόλιντα Μπάμπω

Στην Πέλλα, αναβιώνει ακόμα και σήμερα το έθιμο της “Κόλιντα Μπάμπω”. Οι κάτοικοι της περιοχής το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου ανάβουν φωτιές, φωνάζοντας “Κόλιντα Μπάμπω” που σημαίνει “σφάζουν, γιαγιά”. Αυτό είναι ένα έθιμο που αναπαριστά την σφαγή των αρσενικών νηπίων από τον Ηρώδη. Έτσι η φωτιά ενημερώνει τους κατοίκους να προφυλαχθούν όχι μόνο από τον βασιλιά Ηρώδη, αλλά και από τα κακά που ίσως επιφυλάσσει η νέα χρονιά.

Θεσσαλία

Η γουρουνοχαρά, το πάντρεμα της φωτιάς και το τάισμα της βρύσης

Στη Θεσσαλία, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά χριστουγεννιάτικα έθιμα είναι το σφάξιμο του γουρουνιού ή γουρουνοχαρά. Την ημέρα αυτή σφάζουν τα γουρούνια που έχουν θρέψει σχεδόν ένα χρόνο πριν και κυριολεκτικά δεν πάει τίποτα χαμένο! Η διαδικασία προϋποθέτει και γλέντι μέχρι τα ξημερώματα και γι’ αυτό και πήρε την ονομασία αυτή, από τη χαρά που νιώθουν οικοδεσπότες και φιλοξενούμενοι.

Την παραμονή των Χριστουγέννων σε πολλά μέρη της Ελλάδα είθισται να… παντρεύουν τη φωτιά. Αυτό προϋποθέτει το πάντρεμα ενός «θηλυκού» ξύλου (πχ. κερασιά) και ενός «αρσενικού», (πχ. κέδρος). Τα κορίτσια της οικογένειας έβαζαν δίπλα από το αναμμένο τζάκι κλωνάρια από το «αρσενικό» και τα αγόρια κλωνάρια από το «θηλυκό». Το ποιο κλωνάρι θα καιγόταν πρώτο ήταν ένα σημάδι για το ποιο παιδί θα παντρευτεί πρώτο.

Ένα άλλο έθιμο, κυρίως σε περιοχές της Θεσσαλίας, συμβαίνει τα χαράματα των Χριστουγέννων και είναι το τάισμα της βρύσης: οι κοπέλες πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση χωρίς να βγάλουν λέξη στη διαδρομή για να κλέψουν το «άκραντο» (επειδή δε μιλούν) νερό. Στη συνέχεια, αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι και εύχονται όπως τρέχει το νερό έτσι να τρέχει και η προκοπή και η γλύκα όλο το χρόνο στο σπίτι τους. Στη συνέχεια, αφού ρίξουν μερικά χαλίκια και ένα βατόφυλλο, παίρνουν νερό και επιστρέφουν αμίλητες στο σπίτι τους, όπου ραντίζουν τις τέσσερις γωνίες και σκορπούν τα χαλίκια.

Οι Μωμόγεροι της Δράμας και ραγκουτσάρια

Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί της Δράμας συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων που προέρχεται από τους Πόντιους πρόσφυγες. Είναι μια πολύ αγαπητή εκδοχή των καλικαντζάρων, με την τρομακτική όψη και τη σκανταλιάρικη διάθεση. Η ονομασία προέρχεται από τις λέξεις μίμος και γέρος και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών του εθίμου.  Ντυμένοι με τομάρια ζώων και με μάσκες περίεργων ή γεροντικών προσώπων, οι Μωμόγεροι περιπλανούνται σε σοκάκια και πλατείες τραγουδώντας τα κάλαντα και δίνοντας ευχές. Όταν οι παρέες συναντηθούν κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.

Το ίδιο έθιμο, με παραλλαγές, γίνεται στην Κοζάνη και την Καστοριά, με την ονομασία ραγκουτσάρια.

Λήμνος

Στη Λήμνο, τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων σφάζουν γουρουνόπουλα, ενώ το βράδυ της ίδια μέρας στήνουν χορούς στους δρόμους και στα σπίτια.

Νίσυρος

Στη Νίσυρο, το βράδυ των Χριστουγέννων ο ιερέας τελεί τρισάγιο και κατόπιν προσφέρει στους πιστούς “ευλογημένα» τα οποία μόλις έφταναν στο σπίτι, τα τοποθετούσαν στο γιορτινό τραπέζι και τα έτρωγαν πρώτα. Όσα φαγητά και αν υπήρχαν στο τραπέζι σχεδόν ποτέ δεν έλλειπε το ρύζι , σύμβολο ευμάρειας.

Ρόδος

Στον Αρχάγγελο και στη Σάλακο της Ρόδου, το “Χριστόψωμο» είναι το πρόσφορο που πάνε στον παπά τα Χριστούγεννα. Το γιορτινό τραπέζι των Χριστουγέννων στρώνεται από το βράδυ της παραμονής. Στο κέντρο τοποθετείται το Χριστόψωμο και δίπλα το μέλι με πολλούς ξηρούς καρπούς.

“Μαγικές» δυνάμεις έχει σύμφωνα με τη λαϊκή μας παράδοση και το νερό, το οποίο αντλείται “αμίλητο» πριν από την ανατολή του ηλίου. Με το “αμίλητο νερό» παρασκευάζεται το προζύμι για το επόμενο έτος.

Ο Μιχαήλ Κ. Τσώλης στο βιβλίο του “Γιορτές της Ρωμηοσύνης» περιγράφει το τάισμα της βρύσης: »Οι κοπέλες τα χαράματα των Χριστουγέννων (αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς) πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση »για να κλέψουν το άκραντο νερό». Το “άκραντο» δηλαδή “αμίλητο» νερό, γιατί δεν βγάζουν λέξη σε όλη τη διαδρομή. Όταν φτάνουν εκεί την “ταΐζουν με διάφορες λιχουδιές: βούτυρο, ψωμί, τυρί .. Και λένε: “όποιος τρέχει το νερό σ” βρυσούλα , μ” έτσ” να τρέχ” και το βιό μ». “Έπειτα ρίχνουv στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια “κλέβουν νερό» και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια».

Λευκάδα

Οι σπονδές οίνου και ελαίου είναι συνηθισμένες στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι και έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα. Σε πολλές περιοχές την παραμονή των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης έριχνε στην εστία του τζακιού κρασί, σχηματίζοντας ένα σταυρό. Στη Λευκάδα ανακάτευαν το κρασί με λίγο λάδι.

Το χριστόψωμο

Στην Κρήτη το χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί για τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Στο αλεύρι μπαίνουν ακριβά υλικά, όπως ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα. Η μισή ζύμη γίνεται κουλούρα και με την άλλη μισή πλάθεται ένας σταυρός, στο κέντρο του οποίου μπαίνει ένα καρύδι, σύμβολο της γονιμότητας. Το χριστόψωμο κόβεται από τον νοικοκύρη και μοιράζεται σε όσους κάθονται στο γιορτινό τραπέζι.

 

Στη Ζάκυνθο, οι νοικοκυρές ζυμώνουν την κουλούρα -από αλεύρι πολύ καλής ποιότητας, με πολλά αρωματικά βότανα, καρύδια και σταφίδες, κρασί και λάδι- την οποία στολίζουν με περίτεχνα σχέδια από το ίδιο ζυμάρι. Στο εσωτερικό τοποθετούν το «ηύρεμα», ένα χρυσό ή ασημένιο νόμισμα, ενώ η κοπή της συνοδεύεται από μία ολόκληρη ιεροτελεστία, με αποκορύφωμα το μοίρασμά της στην οικογένεια, πάντα από τον νοικοκύρη.

Η ψυχοκόρη

 

Σε μερικές περιοχές, όπως στην Κορινθία και την Νεμέα, εφαρμόζεται το έθιμο της ψυχοκόρης:  το πρωί των Χριστουγέννων, όταν γυρίζουν από την εκκλησία, η έφηβη κόρη του σπιτιού τους περιμένει έχοντας βάλει πάνω σε μία πιατέλα όλα τα παραδοσιακά εδέσματα, όπως κουραμπιέδες, δίπλες, μελομακάρονα, τηγανόψωμα, ξεροτήγανα και γλυκά του κουταλιού.

Χριστόξυλο

Στην Μακεδονία, ο νοικοκύρης του σπιτιού διαλέγει από το χωράφι του το πιο γερό κλαδί ελιάς ή πεύκου και το τοποθετεί στο τζάκι του σπιτιού. Το ξύλο αυτό που ονομάζεται και “Χριστόξυλο” καίγεται για όλο το Δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων (από την μέρα δηλαδή των Χριστουγέννων μέχρι και τα Φώτα). Κατά την παράδοση το κάψιμο του Χριστόξυλου, βοηθά τον Χριστό να ζεσταίνεται στην φάτνη της Βηθλεέμ. Ο κάθε Μακεδόνας προσπαθεί να καίγεται το Χριστόξυλο του σπιτιού του μέχρι και τα Φώτα.

πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ , Χρόνος , Παρατηρητής Θράκης , Διακόνημα , Αυτοδιοίκηση

πηγή άρθρου: komotinipress.gr

 

Στην ίδια κατηγορία...