Η Ελληνίδα στα «πλοκάμια» της οικονομικής κρίσης

Πως αντιμετωπίζει την οικονομική κρίση η σύγχρονη Ελληνίδα; Με ψυχραιμία, αισιοδοξία ή φόβο; Πως βιώνει τις συντροφικές σχέσεις;
Πως βλέπει τον εαυτό της σε σχέση με το μέλλον της, ως σύντροφος και μητέρα;
Η ψυχολογία της σύγχρονης Ελληνίδας, ως εργαζόμενη, σύντροφος, μητέρα δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης καθώς είναι ένα φαινόμενο που «επιτίθεται» έμμεσα ή άμεσα στις δομές του κοινωνικού ιστού. Πολλά ανατρέπονται, πολλά αλλάζουν. Το επισφαλές οικονομικό περιβάλλον, απόρροια της κρίσης αυξάνει δραματικά το καθημερινό άγχος για επιβίωση.

Τι ακριβώς σημαίνει η έννοια άγχος;
Πρόκειται για μία κατάσταση που εκδηλώνει ο οργανισμός, ως αντίδραση σε εσωτερικούς (π.χ σκέψεις) ή εξωγενείς στρεσογόνους παράγοντες (εργασιακό περιβάλλον).
Ενεργοποιείται δε, κυρίως από το συναίσθημα του φόβου ως μια κατάσταση αμυντικής εγρήγορσης του οργανισμού απέναντι σε μία απειλή. Όταν για παράδειγμα ζούμε με το συνεχή φόβο στη καθημερινότητα μας, ότι είναι πιθανό να χάσουμε τη δουλειά μας (ταυτισμένη με τη ζωή μας) ανά πάσα στιγμή, άρα και την οικονομική μας ασφάλεια, το μυαλό και το σώμα μας αυτόματα και μη συνειδητά εισέρχονται σε μια ψυχοσωματική κατάσταση εγρήγορσης (συναγερμού) όπως ακριβώς αν βρισκόμασταν αντιμέτωποι με ένα επικίνδυνο θηρίο.
Το παρατεταμένο μάλιστα άγχος για μεγάλο χρονικό διάστημα, μπορεί να επιφέρει εξωγενή κατάθλιψη- ψυχοσωματικά συμπτώματα, παθητικότητα και απομόνωση.
Στη σημερινή ωστόσο εποχή της οικονομικής κρίσης το ανθρώπινο μυαλό δεν μπορεί να βρει την ορατή διέξοδο-λύση απέναντι στο πρόβλημα δρώντας μόνο του, ατομικά. Το άτομο νιώθει ευάλωτο, αδύναμο και ανήμπορο να εντοπίσει και να χειριστεί τους παράγοντες που απειλούν την επιβίωση του, σε αντίθεση με μια «ορατή» επικίνδυνη κατάσταση (π.χ. θηρίο) όπου ο τρόπος άμυνας είναι εμφανής και η αντίδραση άμεση.

Το συναίσθημα του φόβου επηρεάζει τη λογική σκέψη οδηγώντας σε μια μεγέθυνση του αόρατου «εχθρού» (οικονομική κρίση) και της αδυναμίας του ατόμου απέναντι της. Οι ενστικτώδεις μάλιστα λειτουργίες όπως, η σεξουαλική διάθεση , έρωτας επηρεάζονται αναπόφευκτα βιολογικά λόγω της επίδρασης του άγχους και της μελαγχολίας.

Περιβάλλον και σεξουαλική διάθεση…

Σε αντίθεση με τις αναπτυσσόμενες χώρες όπου το βιοτικό επίπεδο ήταν για χρόνια σταθερά χαμηλό, η απότομη πτώση του βιοτικού επίπεδου της σύγχρονης Ελληνίδας επέφερε μια κατάσταση σοκ (σαστίσματος) επηρεάζοντας σημαντικά τη ψυχολογική της διάθεση με αποτέλεσμα να σταματήσει η καθημερινή της ζωή και δράση. Παρότι δεν δείχνει λογικό, οι απολαύσεις της ζωής της παραμερίζονται προκειμένου να ανταπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις. Διαισθάνεται όμως ότι αυτές οι υποχρεώσεις δεν δείχνουν να έχουν τέλος και νιώθει ως ένας ‘’οικονομικός σκλάβος’’. Γιατί το κάνει ενώ δεν δείχνει λογικό; Διότι όπως αναφέραμε το άγχος και ο φόβος παραλύουν την λογική σκέψη και την αποστασιοποιημένη οπτική μιας κατάστασης.
Ειδικότερα η Ελληνίδα που ανήκει στη κατηγορία της λεγόμενης παραγωγικής ηλικίας, μέχρι πρότινος ιδιαίτερα δραστήρια, ενεργητική, κοινωνική και οικονομικά αυτόνομη χάνει τον έλεγχο προγραμματισμού της ζωής της. Έχοντας «επενδύσει» στην εργασίας της, από επιλογή ή λόγω ανάγκης στήριξης των οικονομικών της οικογένειας βιώνει πλέον, επισφαλή δεδομένα όσον αφορά την επιβίωση της.

Βιολογικά ένστικτα, όπως, σεξουαλικότητα-συντροφικότητα, μητρότητα βρίσκονται πλέον λόγω οικονομικής κρίσης σε κατάσταση «αναστολής», (έρχονται δεύτερα ως προτεραιότητα) . Το γεγονός μάλιστα ότι εν μέρει συνειδητοποιεί «το χάσιμο χρόνου» για να πραγματοποιήσει τις παραπάνω ανάγκες της, αυξάνουν ολοένα και περισσότερο το επίπεδο του άγχους που “τρέχει στο πίσω μέρος του μυαλού της”, με κύριες επιπτώσεις, πέρα από τη μελαγχολία και κατάθλιψη, την αδράνεια και κοινωνική απομόνωση (από φίλους, από την αναζήτηση συντρόφου, το ενδιαφέρον για κοινωνικές δραστηριότητες).

Συντροφικότητα-Οικογένεια

Τα κριτήρια της σύγχρονης Ελληνίδας όσον αφορά την επιλογή συντρόφου έχουν επηρεαστεί άμεσα από την οικονομική κατάσταση. Ενστικτώδες και ασυνείδητο κριτήριο επιλογής συντρόφου για τη γυναίκα, είναι η επιθυμία να φέρει στο κόσμο μια νέα ζωή (νεογνά) τα οποία και θα αναπτυχθούν σε υγιές και κυρίως ασφαλές περιβάλλον.
Τα συναισθήματα άλλωστε της ασφάλειας, σιγουριάς, προστασίας συνδέονται άμεσα με τη γυναικεία φύση. Τα επισφαλή οικονομικά δεδομένα που βιώνει τόσο η ίδια όσο και ο άνδρας, υποψήφιος σύντροφος-σύζυγος έχουν ως αποτέλεσμα συνειδητά ή μη, να την ωθούν στο να «παγώσει» και να τηρεί στάση αναμονής αναφορικά με τα θέματα όπως η μητρότητα και απόκτηση οικογένειας. Μια αναμονή χωρίς το φως της ελπίδας όμως στον ορίζοντα, με βάση το περιβάλλον σήμερα, είναι δραματικά διαβρωτική για την ψυχική της διάθεση.

Οι ανησυχίες της λόγω της οικονομικής κατάστασης, αναπόφευκτα διαφοροποιούνται με αποτέλεσμα να επικεντρώνεται κυρίως σε θέματα βιοπορισμού. Φοβάται να επιβαρυνθεί τα άγχη, ενδεχόμενα προβλήματα του ανδρικού φύλου που πλέον όσο ποτέ άλλοτε έχει πληγεί και αυτό με τη σειρά του από την οικονομική κρίση. Η Ελληνίδα γυναίκα δεν αναλαμβάνει πλέον με την ίδια ψυχική άνεση το λεγόμενο «ρίσκο» να «επενδύσει» στη συντροφικότητα και τη δημιουργία οικογένειας. Αναπόφευκτα αυτό έχει ως συνέπεια τη πτώση της ψυχικής της διάθεσης, καθώς στερείται τη βασική ανάγκη της συντροφικότητας.
Αξίζει να σημειωθεί πως σε μια μεταβατική εποχή όπου το βιοτικό επίπεδο αλλάζει συνεχώς η Ελληνίδα αναζητά την ασφάλεια. Η επιλογή συντρόφου λοιπόν βασίζεται σε αυτή ακριβώς την ανάγκη της. Περνά φάση προβληματισμού αλλά και αναζήτησης του ιδανικού-τέλειου συντρόφου. Και εδώ ακριβώς επέρχεται η σύγκρουση ανάμεσα σε καταπιεσμένες ενστικτώδεις ανάγκες και κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον.

Σε συντροφική σχέση ως έγγαμη ή μη, βιώνει επίσης τους οικονομικούς προβληματισμούς, την επηρεάζουν εξίσου αλλά με διαφορετικό τρόπο. Καλείται ως σύντροφος να δοκιμάσει συνειδητά ή ασυνείδητα τη ψυχική φθορά που πιθανόν να επιφέρουν στη σχέση και τη καθημερινότητα με το σύντροφο της, οι οικονομικές συνθήκες. Συνθήκες που πλέον επηρεάζουν τη σχέση και την οικογένεια αν υπάρχει. Ειδικότερα καλείται να αντιμετωπίσει στη καθημερινότητα έγγαμου ή συντροφικού βίου την ενδεχόμενη αρνητική διάθεση ή στη χειρότερη περίπτωση την απώλεια εργασίας του συντρόφου της.
Ως σύγχρονη Ελληνίδα όντας μαθημένη σε ένα μέχρι πρότινος υψηλό βιοτικό επίπεδο στο οποίο συμμετείχε ενεργά και η ίδια ως εργαζόμενη είναι πιθανόν έμμεσα, να αποδώσει τη κακή οικονομική κατάσταση όχι στο γενικότερο επισφαλές κλίμα αλλά ασυνείδητα ως «ευθύνη» του συντρόφου της. Και εκεί ακριβώς επέρχεται η σύγκρουση, διαμάχη και φθορά στη σχέση.

Οι τρόποι αντίδρασης και αντιμετώπισης μιας κακής οικονομικής κατάστασης στο συντροφικό ή οικογενειακό βίο από πλευρά της γυναίκας ποικίλουν και είναι συνδεδεμένοι και με την ανατροφή της ιδίας από την οικογένεια της. Οικογενειακά βιώματα, πρότυπο πατέρα επηρεάζουν σημαντικά τη στάση που θα κρατήσει απέναντι στο σύντροφο της, ελαστικότητα, ενθάρρυνση, κοινό μέτωπο αντιμετώπισης του προβλήματος ή επιθετικότητα.

Η ψυχολογία του άντρα από την άλλη πλευρά επηρεάζεται άμεσα από την οικονομική κρίση καθώς έχει συνδέσει και ο ίδιος την αυτοεικόνα του με το επάγγελμα και την οικονομική του δύναμη. Λόγω αυτής της χαμηλή αυτοεικόνας νιώθει λιγότερο δυναμικός για να διεκδικήσει μια σχέση και μια σύντροφο, ακόμη και να φλερτάρει. Και εκεί ακριβώς έχει ανάγκη την ενθάρρυνση από τη γυναίκα.

Από την άλλη πλευρά σε μια οικογένεια με παιδιά είναι πιθανόν να επέλθουν φθορά και τριγμοί στην ισορροπία της σχέσης ωστόσο το παιδί μπορεί να λειτουργήσει ως προστατευτική «ασπίδα» απέναντι στο κίνδυνο διάλυσης της.
Τα παιδιά αποτελούν «στόχο», κίνητρο ενάντια στο άγχος και τη θλίψη ενεργοποιώντας το ζευγάρι-γονείς να παλέψουν για κάτι που θεωρούν σημαντικότερο από τους ίδιους και τη ζωή τους.

Η ψυχική ικανοποίηση που εισπράττουν από ένα παιδί δρα μάλιστα αγχολυτικά απέναντι στην αρνητική ψυχική διάθεση.
Παρατηρείται ότι οικογένειες με παιδιά αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερο σθένος το άγχος της κρίσης καθώς «αναγκάζονται» να παραμερίσουν τις προσωπικές τους αγωνίες για το αύριο, αγωνιζόμενοι με οποιοδήποτε τρόπο για την επιβίωση του παιδιού τους. Οι γονείς από παθητικά άτομα «αναγκάζονται» να μετατραπούν σε μαχητές.

Υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης;

Τρόπος αντιμετώπισης είναι να αντιληφθεί η σύγχρονη Ελληνίδα ότι δεν μπορεί να αναβάλει την πορεία της ζωής της περιμένοντας τα κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα να αλλάξουν από μόνα τους καθώς αυτά αλλάζουν μόνο με συλλογική δράση των ατόμων προκειμένου να αντιμετωπίσουν το άγχος της επιβίωσης.
Η αναβολή αυτή επιβαρύνει δραματικά τη ψυχική της διάθεση και «κινδυνεύει» να στερηθεί τη συντροφικότητα μιας υγιούς σχέσης και το μοναδικό συναίσθημα της μητρότητας.
Καλείται λοιπόν να «ζυγίσει» το άγχος και τη δυσφορία της μοναξιάς, με το «ρίσκο» δημιουργίας και διατήρησης μιας σχέσης που πλέον, μπορεί να μην της προσφέρει τις ίδιες εγγυήσεις ασφάλειας σε οικονομικό επίπεδο, όπως προ κρίσης. Αποτελεί όμως ενστικτώδη και θεμελιώδη ανάγκη του ψυχισμού της, πολύ μεγαλύτερη από αυτήν της ασφάλειας στο βαθμό που την είχε δεδομένη προ κρίσης.
Αυτή τη περίοδο λοιπόν λαμβάνει χώρα ένας κοινωνικός μετασχηματισμός στις σχέσεις των δυο φύλων. Η γυναίκα σταδιακά προσαρμόζεται στα νέα οικονομικά δεδομένα και γίνεται πιο ελαστική όσον αφορά τα κριτήρια ασφάλειας που περιμένει από τον σύντροφο και πατέρα των παιδιών της. Είναι οξύμωρο πράγματι ότι για να αντιμετωπιστούν οι επιδράσεις της κρίσης στην ψυχική διάθεση, οι άνθρωποι χρειάζονται στήριξη και επαφή με άλλους ανθρώπους, την οποία λόγω μελαγχολίας, αδράνειας, παθητικότητας, απομόνωσης, δεν έχουν το σθένος να επιδιώξουν.
Το φλερτ λειτουργεί ως ένα φυσικό «αντικαταθλιπτικό» του μυαλού και ενεργοποιεί βιολογικά το άτομο, (ζωντάνια). Το μοίρασμα άλλωστε των προβλημάτων μειώνει το βαθμό που το άτομο νιώθει μόνο και αβοήθητο απέναντι στο «τέρας» του φόβου και του άγχους.

Και όμως ο φόβος και η κρίση τους εμποδίζουν να κάνουν τα πρώτα βήματα για να αρχίσουν να νιώθουν πιο δυνατοί. Δεν είναι καθόλου θεωρητική επομένως η φράση του Οδυσσέα Ελύτη, “ψαρεύοντας έρχεται η θάλασσα”. Όπως κανείς άνθρωπος δεν ξεκίνησε να διαβάζει για το πανεπιστήμιο με την εγγύηση ότι θα πετύχει στις εξετάσεις, όλοι οι στόχοι ξεκινούν με ένα βήμα. Αυτό που κάνει πιο δύσκολο το θέμα της ψυχικής διάθεσης είναι ότι οι άνθρωποι επικεντρώνονται στα αρνητικά μιας σχέσης και όχι στα θετικά της, λόγω των απότομων αλλαγών που συνέβησαν στην ζωή μας. Αγωνίζονται να μην «χάσουν» τα κεκτημένα υλικά αγαθά στα οποία συνήθισαν, «χάνοντας» τις ανθρώπινες σχέσεις. Ο άνθρωπος όμως από την φύση του όπως παρατηρούμε και στο ζωικό βασίλειο δεν μπορεί να επιβιώσει ως μονάδα, βιολογικά και κυρίως ψυχικά. Η ανάγκη για συντροφικότητα, ψυχική επαφή με άλλους ανθρώπους είναι αυτή άλλωστε που οδήγησε και στο σχηματισμό κοινωνιών.

Νικόλαος Γ. Βακόνδιος, Ψυχολόγος
Πτυχιούχος Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Στην ίδια κατηγορία...